Έβγαλες τα κλειδιά και ξεκλείδωσες το μπλε αμαξάκι σου που πάντα κρατάς τακτοποιημένο και καθαρό. Μια αντίθεση στην ζωή σου ή ίσως ένα καταφύγιο από την εξαντλητικά γρήγορη καθημερινότητα που ζεις.
Έκατσες στην θέση του οδηγού και αφού έσιαξες τον καθρέφτη και καθρέφτισες το βλέμμα σου για λίγα δευτερόλεπτα χωρίς να καταλαβαίνεις αν είσαι εσύ αυτή η μορφή που βλέπεις, έβαλες βιαστικά μπρος και κίνησες να φύγεις από αυτό το αποπνικτικό μέρος.
Αν και δεν το συνήθιζες, επειδή οι δρόμοι σε τρόμαζαν, τώρα έτρεχες σαν τον άνεμο. Έτρεχες να φύγεις μακρυά από όλα αυτά που δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις και να αντέξεις. Ήθελες μια ανάσα χώρο γιατί ακόμα χρόνο και νιάτα είχες στα χέρια σου.
Στις πρώτες δεκάδες χιλιόμετρα το μυαλό σου άδειαζε σιγά σιγά. Το βλέμμα καρφωμένο στην άσφαλτο μπροστά και ο ήλιος έδυε πίσω από τα βουνά στο βάθος. Κάθε σκέψη που ερχόταν την έσκιζες κομμάτια. Κάποια δάκρυα τόλμησαν να κυλήσουν και τα ξόρκισες. Τα εξόρισες και πείσμωσες με την ανεκτικότητα σου.
Κι άλλα χιλιόμετρα άφησες πίσω και τώρα ήρθε το πρώτο πνεύμα των χριστουγέννων για σένα. Το παρελθόν. Αυτό που ήθελες πάντα ήταν αγάπη, χαρά και ευτυχία. Απλά πράγματα. Μα οι θυσίες σου φάνταζαν να σε οδηγούν σε άλλο δρόμο. Δεν ένιωθες τον συντονισμό, το δέσιμο, που ήθελες για να αγαπήσεις. Δεν μπορούσες να δεις την χαρά σου στην επιφανειακότητα των άλλων. Λαχταρούσες μια βουτιά στα βάθη της ψυχής. Της απέραντης και κατανυκτικής. Ένιωθες την ευτυχία να εξανεμίζεται σε κάθε σχέση, σε κάθε φιλί. Λάθος χείλι, λάθος αγκαλιά. Κι έτσι επέλεγες συχνά την μοναξιά. Όχι από φόβο, αλλά από ανάγκη. Περίμενες... υπομονετικά και ο πρίγκιπας δεν φάνηκε.
Τώρα πια έχει νυχτώσει για τα καλά μα ο δρόμος συνεχίζει ανάμεσα σε αυτά τα μελαγχολικά ψηλά φώτα με το κιτρινωπό άρρωστο και ξένο φως. Ανοίγεις το ράδιο και ακούς...
Αναρωτιέσαι τι να έγινε λάθος σε κάθε σχέση. Οικογένεια, φίλοι; Τους σκέφτεσαι όλους για ώρα. Έναν... έναν. Ο τελευταίος που σκέφτεσαι είναι ο εαυτός σου σαν να είναι κι αυτός ένας τρίτος ένας άλλος. Και οι σκέψεις αλλάζουν χρώμα.
Πλέον μπορείς να δεις καθαρά. Ότι κάνουμε συνήθως προέρχεται από ένα κώδικα χαραγμένο μέσα μας. Αυτό τον χαρακτήρα. Χτισμένο με επιμέλεια από γονείς και περιβάλλον από τότε που γεννηθήκαμε. Πνίγεσαι δεν θες να είσαι πια αυτό που είσαι. Θες να καταστρέψεις τα πάντα. Να φύγεις να τους ξεχάσεις όλους. Να κάνεις ένα "reset" στην ίδια την ζωή. Να μην δώσεις λογαριασμό, να μην ακούσεις κούφιες συμβουλές και ψεύτικη συμπάθια. Να καταστρέψεις, να κάψεις, να καταστρέψεις, να κάψεις... και πατάς το γκάζι ακόμα περισσότερο. Γίνεσαι σφαίρα, γίνεσαι νύχτα και θυμός, μια θεα εκδικητικής λύτρωσης. Παίρνεις φωτιά και όλα γίνονται στάχτη....
Το μαύρο γίνεται μπλε και οι σκιές αρχίζουν να λεπταίνουν. Έχεις σταματήσει κάπου στην εθνική για να κάνεις ένα τσιγάρο. Αλλά κλαις, λυγίζεις για να μην σπάσεις, αφήνεσαι... τα συναισθήματα σε κατακλύζουν. Έτρεξες, υψώθηκες και κάηκες από τον δικό σου Ήλιο. Έπεσες σαν άλλος Ίκαρος αναπόφευκτα στο πέλαγος των συναισθημάτων σου και σε κατάπιαν οι τρικυμίες σου.
Ξαναμπαίνεις αργά στο αμάξι και ξεκινάς. Είμαστε αυτό που είμαστε και αν ο κόσμος μας πιέζει δεν θα αλλάξουμε ποτέ να να χωρέσουμε σε αυτόν. Φτιάχνουμε τον δικό μας μέσα του. Επιβιώνουμε κάτω από την δική μας επιρροή. Αλλάζουμε τα χρώματα μας για εμάς και πάντα ο τελευταίος μας σύμμαχος είναι πίσω από τον καθρέφτη. Παίρνεις μερικές βαθιές ανάσες και μετά μια γαλήνη σε τυλίγει σαν ομίχλη. Βγαίνεις στην στεριά δειλά δειλά.
Αυτό που βλέπεις δεν είναι το μέρος που ήξερες. Δεν είναι βράχια και έρημος είναι δάσος και λίμνη. Είχες ξεχάσει να φυτέψεις μέσα σου τον σεβασμό και έχτισες τείχη που σε απόκοψαν από αυτό που πρέπει να κάνεις. Παραδίνεσαι. Δεν θα παλέψεις πια λες. Και η ηρεμία σου ζεσταίνεται και η χαρά σκάει τον σπόρο της και με την δύναμη χιλιάδων αστεριών σε σηκώνει στα πόδια σου.
Σταματάς στο αμάξι στην άκρη του δρόμου. Μια απέραντη παραλία βρίσκεται στα πόδια σου. Αγγίζεις με τα δάχτυλα των ποδιών σου το νερό. Είναι κρύο μα νιώθεις ζωντανή. Σκέφτεσαι ότι δεν μπορούσες να βρεις την αγάπη τόσο καιρό και ο λόγος ήταν απλός. Πολεμούσες τον εαυτό σου σε κάθε απόφαση. Τα πρέπει και θέλω σε δίχαζαν και σε κρεμούσαν σε κόψεις γκρεμών και κυλιόσουν και έσφυγγες τα δόντια για λάθος πράγματα.
Μια νέα μέρα ξημερώνει, οι σκιές φεύγουν και εσύ ξυπνάς...
Νέοι ορίζοντες, μια νέα αρχή ή ίσως η πρώτη μέρα της πραγματικής ζωής σου...